Ιστορική εξέλιξη του Συναρχικού σχεδίου
Η ιστορική συζήτηση γύρω από την Οικουμενική Συναρχία στον αγγλόφωνο
πολιτιστικό χώρο, ξεκινά με το όνομα του Τζον Ράσκιν (John Ruskin /
1819-1900), ενός συγχρόνου του Γάλλου «Συναρχιστή» Σαιντ-Υβ Ντ' Αλβέϊντρ (Saint-Yves d'Alveydre).
Ο χαρισματικός Ράσκιν, ζωγράφος, συγγραφέας και καθηγητής Ιστορίας
της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ίδρυσε Σχολή Καλών Τεχνών
& Μουσείο στην Οξφόρδη, καθώς επίσης και Νυχτερινή Σχολή Καλών
Τεχνών στο Μήρσμπρουκ για τους εκεί εργαζόμενους ναυτικούς. Επίσης
υπήρξε και βαθύς θεράπων των κοινωνικών επιστημών, της οικονομίας και
της πολιτικής, προσεπάθησε δε να εισαγάγει στις θεωρητικές πολιτικές
εικασίες τις προσανατολισμένες στην παγκοσμιοποίηση, την αρχή ότι «η
πολιτική για την προστασία των λαών του κόσμου ήταν βατή και εφικτή
μόνον από την μορφωμένη αγγλοσαξονική άρχουσα τάξη». Προφανώς αυτή η
ιδέα, με στόχο να καταστήσει την αγγλοσαξονική πλουτοκρατία
θεσμοθετημένη παγκόσμια πολιτική ελίτ, βρήκε στο ακαδημαϊκό και
οικονομικό κατεστημένο της Αγγλίας, μιαν αιφνίδια και σημαντική απήχηση.
Το μήνυμα του Τζον Ράσκιν χαράχτηκε ανεξίτηλα στο πνεύμα του
εικοσάχρονου Σέσιλ Τζων Ρόουντς (Cecil John Rhodes / 1853-1902), ο
οποίος, εστερείτο οικονομικών μέσων (αλλά ήταν γεμάτος επινοητικότητα
και - σημαντική λεπτομέρεια - προστατευόμενος των Ρότσιλντ), όταν έφυγε
για την Νότιο Αφρική για να αναζητήσει την τύχη του. Σύντομα η επιτυχία
του χαμογέλασε. Με την εταιρεία «Ενοποιημένα Ορυχεία De Beers»,
δημιούργησε ένα μονοπώλιο στα ορυχεία διαμαντιών και αργότερα συγκρότησε
την εταιρεία «Ενοποιημένα Πεδία Χρυσού» για την εκμετάλλευση των
μεταλλείων χρυσού. Σε λίγα χρόνια, βρέθηκε να έχει μια ανυπολόγιστη
προσωπική περιουσία, με την οποία προσεπάθησε να αποκτήσουν εμπράγματη
ουσία οι πολιτικές προτάσεις που υποβλήθηκαν από τον Ράσκιν.
Μετά, έχοντας αποκτήσει με τα χρήματα τον έλεγχο των κοινοβουλευτικών
εδρών, των κομμάτων και των πολιτικών, τόσο στην Νότιο Αφρική όσο και
στην Αγγλία, οργάνωσε το 1891 μια μυστική εταιρεία, που αργότερα
ονομάστηκε «Οργάνωση της Στρογγυλής Τραπέζης» (Carroll Quigley, «Tragedy
and hope», εκδόσεις The MacMillan Company, New York, 1974), στην οποίαν
ανέθεσε το καθήκον να προωθήσει την γέννηση μιας ομοσπονδίας μεταξύ
όλων των λαών της Αγγλικής γλώσσας και να φέρει όλες τις χώρες του
κόσμου υπό τον έλεγχο αυτής της ομοσπονδίας, σε εφαρμογή των θεωριών του
Ράσκιν.
Πολλά από τα πλέον ζωηρά και αξιόλογα πνεύματα της βρετανικής
Αυτοκρατορίας υπεστήριξαν αυτό το πρόγραμμα, ανάμεσά τους ο συγγραφέας
και ποιητής Joseph Rudyard Kipling, o νομικός φιλόλογος και υψηλόβαθμος
διπλωμάτης υποκόμης Alfred Milner, ο ιστορικός και φιλόσοφος Arnold
Joseph Toynbee, ο στρατιωτικός και πολιτικός βαρώνος John Edward Bernard
Seely, o νομικός, ιστορικός και υψηλόβαθμος διπλωμάτης κόμης Albert
Gray, ο τραπεζίτης και χρηματιστής Arthur James Glazebrook, o συγγραφέας
και κροίσος του εμπορίου Philip Lyttelton Gell και o συγγραφέας και
μεγαλοεκδότης William Thomas Stead.
Ο Cecil Rhodes δεν έζησε αρκετά ώστε να φέρει σε πέρας τους σκοπούς
του, ωστόσον, ένα σημαντικό μέρος της τεράστιας περιουσίας του
προοριζόταν για την μετά το θάνατό του σύσταση του ιδρύματος «Υποτροφίες
Ρόουντς», στην Οξφόρδη, ιδρύματος υπεύθυνου για την συνέχιση του έργου
που αυτός ξεκίνησε. Ο πλέον αποφασισμένος να προχωρήσει περαιτέρω στην
πολιτική φιλοσοφία των Ράσκιν και Ρόουντς ήταν ο Άλφρεντ Μίλνερ (Alfred
Milner), που έγινε Γενικός Κυβερνήτης της Νότιας Αφρικής, εισήγαγε ένα
μεγάλο αριθμό των συνεργατών του, (προσεκτικά επιλεγμένων από τους
καλύτερους αποφοίτους της Αγγλίας), στα περισσότερα κομβικά γραφεία
ουσιώδους και ισχυρής επιρροής επί της διεθνούς πολιτικής ζωής και επί
των διεθνών χρηματοπιστωτικών δρωμένων, διατηρώντας τα εν λόγω πρόσωπα
συνδεδεμένα μεταξύ τους από το «Νηπιαγωγείο του Milner», με σκοπό να
υποστηρίξει την Οργάνωση της Στρογγυλής Τραπέζης. Αυτή από την πλευρά
της διέσπειρε σε όλο τον κόσμο, ειδικά στις αγγλικές αποικίες και στις
ΗΠΑ, αμέτρητες ημιαπόκρυφες υποομάδες, γνωστές ως Ομάδες της Στρογγυλής
Τραπέζης, οι οποίες ξεκίνησαν να εκδίδουν ένα τριμηνιαίο περιοδικό
ονομαζόμενο «Η Στρογγυλή Τράπεζα» και χρηματοδοτούμενο από τον βαρονέτο
σερ Αβραάμ «Έϊμπ» Μπέϊλυ (Sir Abraham «Abe» Bailey, 1864 –1940), έναν
Νοτιοαφρικανό μεγιστάνα των διαμαντιών, τραπεζίτη, επενδυτή, πολιτικό
και … εξαίρετο παίκτη του κρίκετ.
Χάρη στην ισχυρή οικογένεια Astor, πλουτισμένη με το εμπόριο του
κινεζικού οπίου (K. Kalimtgis - D. Goldman - J. Steinberg, « Dope
Incorporation – Britain’ s Opium War against the US », New Benjamin
Franklin House Publishing, Νέα Υόρκη 1978, σελίς 47) η οποία κατέστη
μέλος της οργάνωσης της Στρογγυλής Τραπέζης, επετεύχθη ο έλεγχος των
Times αλλά και μερικών από τις πιο διάσημες καθηγητικές και διδακτικές
έδρες, όπως του Beit («Αποικιακής Ιστορίας», ιδρυθείσα το 1905) και
αργότερον του Montague Burton (εξαγγλισμένο όνομα του Meshe David
Osinsky) («Διεθνών Σχέσεων» στην Οξφόρδη ιδρυθείσα το 1930 και ετέρα
«Διεθνών Σχέσεων» στο London School of Economics ιδρυθείσα το 1936), του
Stevenson στο Chatham House, του Rhodes House στην Οξφόρδη
(«Αυτοκρατορικής Ιστορίας», ιδρυθείσα το 1919). Αυτό το πολυεπίπεδο και
πολυσύνθετο συγκρότημα πλούτου και γνώσης, με την πολύπλευρη και
ολοκληρωμένη οργάνωσή του, ήταν σε θέση να ασκήσει κατά την μετάπτωση
από τον 19ο στον 20ο αιώνα, μια μεγάλη επιρροή, όχι μόνον στα πολιτικά πράγματα της βρετανικής αυτοκρατορίας αλλά και των άλλων εθνών.
Η αυξανόμενη επιτυχία της συναρχικής συνωμοσίας δελέασε την Μεγάλη
Διεθνή Οικονομία, βγάζοντάς την από τις κρυψώνες της. Η οικονομική
στήριξη της Οργάνωσης Στρογγυλής Τραπέζης στη Νέα Υόρκη διενεργήθηκε από
την Morgan Bank, σε σύνδεση με μιαν ομάδα Λονδρέζων χρηματιστών, υπό
την ηγεσία των αδελφών Lazard. Στο τέλος του Α’ Μεγάλου Πολέμου η
οργάνωση ζυμώθηκε με περαιτέρω επεξεργασία και «εθνικοποιήθηκε». Όλες οι
Ομάδες Στρογγυλής Τραπέζης που υπήρχαν στην Βρετανική Αυτοκρατορία
ενώθηκαν σε ένα νέο, μεγάλο σώμα, γνωστό ως «Βασιλικό Ινστιτούτο Διεθνών
Υποθέσεων».
Ανάλογη πορεία διέγραψαν και οι Ομάδες Στρογγυλής Τραπέζης στις ΗΠΑ,
που ενώθηκαν ως «Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων». Οι πηγές χρηματοδότησής
τους αυξήθηκαν και πάλι, δεδομένου του ότι οι Διεθνείς Διαχειριστές του
Κεφαλαίου μεσολάβησαν για την ένταξη των οικογενειών Rockefeller και
Whitney, του Carnegie United Kingdom Trust και του βαρώνου Edward
Charles Grenfell [(1870-1941), τραπεζίτη και πολιτικού, συνεταίρου στην
J.S.Morgan & Co, που χρημάτισε και Διευθυντής της Τραπέζης της
Αγγλίας (1905-1940)], όπως γράφει στο αυτοεκδοθέν το 1962 βιβλίο του «Ο γυμνός καπιταλιστής» («The Naked Capitalist») ο
Willard Cleon Skousen [(1913 –2006), Αμερικανός συντηρητικός συγγραφέας
και πολιτικός θεωρητικός, εκλαϊκευτής της θεολογίας των Μορμόνων και
αξιοσημείωτος υποστηρικτής της ακροδεξιάς αντικομμουνιστικής «Εταιρείας
John Birch». Το έργο του εμπλέκεται με ένα ευρύ φάσμα θεμάτων,
συμπεριλαμβανομένου του Πολέμου των Έξι Ημερών, της εσχατολογίας των
Μορμόνων και των συνωμοσιών της Νέας Παγκόσμιας Τάξης. Τα πλέον δημοφιλή
έργα του είναι «Το άλμα των 5.000 ετών» και «Ο γυμνός κομμουνιστής».
Ένα γνωστό βιβλίο του με εσχατολογική προφητεία, «Η κάθαρση της
Αμερικής», δημοσιεύθηκε το 2010, τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατό του.]
Ένας «άσσος» του Χάρβαρντ, ο πασίγνωστος δημοσιογράφος και πολιτικός
σχολιαστής Walter Lippmann (1889 –1974), που είχε ήδη δοκιμαστεί στην
Οργάνωση της Στρογγυλής Τραπέζης, ήταν ο υπεύθυνος για την κατάλληλη
διαχείριση του αμερικανικού και παγκοσμίου κοινού. Πράγματι έκανε πολύ
καλή δουλειά : Τα άρθρα του άρχισαν να εμφανίζονται τακτικά σε
εκατοντάδες φύλλα στην αγγλική γλώσσα και στις δύο πλευρές του
Ατλαντικού, ενώ πέντε εφημερίδες ευρείας γενικής κυκλοφορίας, όπως η New
York Times, η New York Herald Tribune, η Christian Science Monitor, η
Washington Post και η Boston Evening Transcript, διολίσθησαν αθόρυβα
στην «τροχιά» της οργάνωσης.
Α. Κωνσταντίνου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου